Ωράριο εξυπηρέτησης κοινού 08:00 - 14:00      

Τμήμα Φορολογίας


Οι ρυθμίσεις που εμπίπτουν στα Διακριτικά του Κριτηρίου του Κυρίου Οφέλους (ΜΒΤ), είναι δηλωτέες μόνο αν επηρεάζουν αρνητικά τη φορολογική βάση κράτους μέλους (συμπεριλαμβανομένης της Κύπρου) και η απόκτηση φορολογικού πλεονεκτήματος είναι ένα από τα κύρια οφέλη της ρύθμισης ενώ, δεν είναι δηλωτέες αν επηρεάζουν αρνητικά τη φορολογική βάση μόνο κάποιου τρίτου κράτους. Όσον αφορά τις ρυθμίσεις που εμπίπτουν στα υπόλοιπα διακριτικά, που δεν σχετίζονται με το ΜΒΤ, δηλαδή · Γ1(α), Γ1(β)(ii), Γ2, Γ3, Γ4 · Δ1, Δ2 · E1, E2, E3, και στις οποίες ρυθμίσεις συμμετέχει τουλάχιστον μία οντότητα κράτους μέλους, τότε η ρύθμιση είναι δηλωτέα. Συνεπώς, οι συναλλαγές με εταιρείες εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι δηλωτέες αν εμπίπτουν στα Διακριτικά · Γ1.(α), Γ1(β)(ii), Γ2, Γ3, Γ4 · Δ1, Δ2 · E1, E2, E3, ακόμα και αν η Κύπρος ως χώρα, ή άλλο κράτος μέλος, δεν θα υποστεί μείωση στα φορολογικά της έσοδα. Αυτό εξηγείται από το γεγονός ότι τα ως άνω διακριτικά δεν σχετίζονται με το Κριτήριο του Κυρίου Οφέλους (MBT), διότι αποτελούν από μόνα τους ενδείξεις επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού και πιθανής διάβρωσης της φορολογικής βάσης ενός κράτους μέλους της ΕΕ ή τρίτου κράτους.

Αν μια συναλλαγή εμπίπτει σε νομοθετικές πρόνοιες που παραθέτουν φορολογικά κίνητρα και ταυτόχρονα εμπίπτει σε Διακριτικό, τότε είναι δηλωτέα. Εντούτοις, η λογιζόμενη έκπτωση τόκων NID δεν είναι δηλωτέα, καθότι δεν θεωρείται ευνοϊκό φορολογικό καθεστώς. Συνεπώς, δεν εμπίπτει στο κριτήριο Γ1(δ). Επιπλέον, δεν εμπίπτει στο κριτήριο Γ1 καθότι δεν είναι πραγματική πληρωμή. Σημειώνεται ότι το «κριτήριο κύριου οφέλους / MBT» πρέπει να αξιολογείται όπου προνοείται.

Με βάση τα όσα ορίζονται στην Κ.Δ.Π. 438/2021 (άρθρο 19(3)), η εφαρμογή του κριτηρίου του κυρίου οφέλους μπορεί να γίνει βάσει και ποιοτικών και ποσοτικών μετρήσεων λαμβάνοντας υπόψη την αξία του αναμενόμενου φορολογικού πλεονεκτήματος σε σύγκριση με την αξία οποιουδήποτε άλλου πλεονεκτήματος που ενδέχεται να προκύψει από τη ρύθμιση. H εν λόγω σύγκριση δεν θα πρέπει απαραίτητα να είναι αριθμητική, δηλαδή, να καθορίσει το ποσό του φορολογικού πλεονεκτήματος καθώς και την αξία των άλλων (μη φορολογικών/εμπορικών) ωφελημάτων μιας διασυνοριακής ρύθμισης εφόσον η απόδοση της αριθμητικής αξίας στα μη φορολογικά ωφελήματα δεν είναι πάντοτε εφικτή. Απεναντίας, η σύγκριση αποσκοπεί στη διακρίβωση του εάν η συγκεκριμένη διασυνοριακή ρύθμιση θα υπήρχε εν πλήρη απουσία του φορολογικού πλεονεκτήματος. Με άλλα λόγια, θα πρέπει να γίνει μια στάθμιση του βάρους/σημασίας του φορολογικού πλεονεκτήματος για τη ρύθμιση σε σύγκριση με τα λοιπά (μη φορολογικά/εμπορικά) πλεονεκτήματα που προκύπτουν από αυτή, ώστε να διακριβωθεί εάν το εν λόγω φορολογικό πλεονέκτημα αποτελεί τη βάση όπου εδράζεται η ρύθμιση (χωρίς την οποία δεν θα είχε σχεδιαστεί καθόλου ή δεν θα είχε σχεδιαστεί με το συγκεκριμένο τρόπο) ή απλά ένα παρεπόμενο πλεονέκτημα που προκύπτει ως απόρροια των λοιπών ωφελημάτων της ρύθμισης. Εάν το φορολογικό πλεονέκτημα είναι ήσσονος σημασίας ή ασήμαντο ή επουσιώδες εν συγκρίσει με τα άλλα οφέλη μιας ρύθμισης, τότε είναι πιθανόν το κριτήριο του κυρίου οφέλους να μην ικανοποιείται. Εάν όμως η φορολογική θέση των ενδιαφερόμενων φορολογουμένων που συμμετάσχουν σε μια ρύθμιση έχει βελτιωθεί συγκριτικά με τη φορολογική τους θέση πριν από τη ρύθμιση και η βελτίωση είναι σημαντική ή ουσιώδες, τότε δύναται το κριτήριο του κυρίου οφέλους να ικανοποιείται. Σε τέτοια περίπτωση δύναται να γίνει ποσοτική σύγκριση.

Όχι. Το γεγονός πως οι συναλλαγές μεταξύ συγγενικών προσώπων συνάδουν με την αρχή των εμπορικών συναλλαγών δεν επηρεάζει την εφαρμογή του κριτηρίου του κυρίου οφέλους. Ανεξαρτήτως του γεγονότος ότι η αμοιβή των προσώπων είναι τεκμηριωμένη με την αρχή των εμπορικών συναλλαγών, η Κυπριακή εταιρεία αποκτά φορολογικό πλεονέκτημα στην Κύπρο (οι τόκοι δύναται να αποτελούν εκπιπτόμενη δαπάνη για φορολογικούς σκοπούς). Αυτό από μόνο του ωστόσο, δεν είναι αρκετό ούτως ώστε να διαπιστωθεί πως η εξασφάλιση φορολογικού πλεονεκτήματος είναι ένα από τα κύρια οφέλη μιας ρύθμισης. Ταυτοχρόνως, ο τρόπος φορολόγησης του αποδέκτη της πληρωμής πρέπει επίσης να λαμβάνεται υπόψη στην ανάλυση του κριτηρίου καθώς και τα μη φορολογικά/εμπορικά οφέλη που προκύπτουν από μια ρύθμιση.







Back To Top